Οι μαστοί της γυναίκας δεν είναι μόνο όργανο του σώματος της, όπως τα άλλα. Είναι κοσμήματα της, γι’ αυτό και ο Πλάστης, όταν την έπλασε, τους φύτεψε στο εμφανέστερο σημείο του κορμιού της, πάνω στο πρόσθιο θωρακικό τοίχωμα, εκεί που κρεμάει ένα στολίδι της ή καρφιτσώνει στο ρούχο ένα λουλούδι.
![]() |
Zinaida Serebriakova, 1932 |
Οι μαστοί συγκίνησαν ζωγράφους, γλύπτες, ποιητές, λογοτέχνες και αναφέρθηκαν συχνά σε θρησκευτικά, ιστορικά και άλλα κείμενα.
Η ετυμολογία της λέξης μας ανάγει στην αρχική ρίζα μαδ - (λατινικά MAD-EO = είμαι υγρός), έπειτα στο επίθετο μαδ(αρ)ος, που σημαίνει υγρός, μαλακός, άτονος, κατόπιν στο ουσιαστικό «μαζός» που είναι και Ιωνικός τύπος και που αναφέρεται στον Όμηρο και στον Ιπποκράτη, αλλά και στον Ηρόδοτο, ή «μασδός», που είναι δωρικός τύπος και που με ανομοίωση του «δ» σε «θ» γίνεται «μασθός» και τελικά του «θ» σε «τ» γίνεται «μαστός». Αν αναδράμουμε στην αρχική ρίζα, θα συναντήσουμε το σανσκριτικό ΜΑ-, που αποτελεί ‘άναρθρη κραυγή νηπίων, όταν αυτά ζητάνε τροφή. Με αναδιπλασιασμό προκύπτουν τα λατινικά ΜΑΜ-ΜΑ (μαστός) και MA-TER (μητέρα), ακόμη ματήρ (δωρικός τύπος), μη-τηρ (ιωνικός τύπος), το γερμανικό MAST (μαστός, θρέψιμο) και τα μεσαιωνικά και νεοελληνικά μάνα ή μάννα, μανούλα ή μαννούλα και μανίτσα ή μαννίτσα. Ο μαστός ετυμολογικά ταυτίζεται ή συγγενεύει με το «μεστός» (γεμάτος γάλα, υγρός). Συγγενεύει και με το «μύδος» (υγρασία). Από αυτό προήλθαν τα ρήματα: μυδάω (είμαι υγρός), μυζάω, απομυζάω, εκμύζω (ρουφάω με το στόμα, αποσπώ), βυζάω ή βυζαίνω (θηλάζω από το μαστό). Συχνά χρησιμοποιείται ο όρος «στήθος» για να δηλώσει το μαστό. Όμως, ο όρος αυτός σημαίνει το πρόσθιο μέρος του θώρακα ή ολόκληρο το θώρακα με τα όργανα του μέσα σε αυτόν.
Ο Ησίοδος στην Θεογονία του αναφέρει πως στην αρχή υπήρχε το Χάος, ύστερα η Γαία με τους μεγάλους μαστούς. Οι αρχαίοι Θεοί έπιναν σε κούπα που είχε για πρότυπο το μαστό της Αφροδίτης. Η Ήβη, η Θεά που κερνούσε τους Θεούς του Ολύμπου νέκταρ, κόρη του Δία, είχε μικρούς μαστούς. Ο Ήφαιστος πήρε δύο από τα κύπελλα, με τα οποία κερνούσε, τα τοποθέτησε πάνω στους μαστούς της και τα δούλεψε έτσι, ώστε οι μαστοί της Ήβης πήραν τις διαστάσεις των μαστών της Αφροδίτης. Όταν η Ήρα θήλασε από λάθος τον Ηρακλή, το γιο της Αλκμήνης, τον απόσπασε με οργή από την θηλή της, και από το χυμένο γάλα της σχηματίστηκε ο Γαλαξίας με τα 400 δισεκατομμύρια άστρα. Φαίνεται ότι τόσες ήταν οι σταγόνες που χύθηκαν! Η Άρτεμη της Εφέσου, η πολύμαστη θεά, εμφανίζεται με πολλούς μαστούς για να συμβολίζει την γονιμότητα. Για την θνητότητα του Έκτορα (από μάνα και πατέρα) ο Όμηρος στην Ιλιάδα θα βεβαιώσει πως βύζαξε μαστό γυναίκας: «Έκτωρ μεν θνητός τε γυναίκα τε θήσατο μαζόν» (θήλασε μαστό γυναίκας). Εδώ ο Έκτορας αντιπαρατίθεται προς τον Αχιλλέα, που ήταν βέβαια και αυτός θνητός, αλλά γόνος Θεάς. Όταν μετά την νίκη στον Τρωικό πόλεμο, ο Μενέλαος αντάμωσε την άπιστη γυναίκα του, την Ελένη, έβγαλε το ξίφος του να τη σκοτώσει. Αυτή ξεκούμπωσε το φόρεμά της και του πρόβαλε τους σφριγηλούς της μαστούς. Ο Μενέλαος λύγισε, δεν την σκότωσε και την πήρε μαζί του στην Σπάρτη. Τη Φρύνη, αρχαία εταίρα που παραπέμφθηκε σε δίκη για ασέβεια, την έσωσε ο συνήγορος της Υπερείδης, όταν την έγδυσε μπροστά στους δικαστές και αποκαλύφθηκαν οι υπέροχοι μαστοί της. Στην Αρχαία Ελλάδα και ιδιαίτερα στη Νάξο χρησιμοποιούσαν σμυριδόσκονη για την ομορφιά των μαστών. Επίσης πυρίτιο και άλατα μαγνησίου.
![]() |
Αμαζονομαχία μεταξύ Ελλήνων και Αμαζόνων από ανάγλυφο σαρκοφάγου. |
Οι Αμαζόνες έκοβαν με πυρακτωμένο χάλκινο εργαλείο τον δεξιό μαστό τους, για να χειρίζονται καλύτερα το ακόντιο. Από αυτό πήραν το όνομά τους (στερητικό α - + μαζός = μαστός). Ο Μάρκος Αντώνιος παράγγειλε χρυσό κύπελλο με εκμαγείο το μαστό της Κλεοπάτρας. Τον 19ο αιώνα η Louise-Charlotte de Foix πρόσφερε στον εραστή της, Φίλιππο της Ορλεάνης, σοκολάτα μέσα σε κύπελλο από πορσελάνη, που είχε κατασκευαστεί με εκμαγείο το μαστό της. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς μας παρουσιάζει γυναίκα που, την ώρα που μιλάει ο Χριστός, ενθουσιασμένη καλοτυχίζει την μητέρα Του με τα λόγια: «Μακάρια η κοιλία η βαστάσασα σε και μαστοί ους εθήλασες» (ευλογημένη η κοιλιά που σε κράτησε και οι μαστοί που θήλασες). Ο ίδιος Ευαγγελιστής οικτειρεί τις γυναίκες της Ιερουσαλήμ για την μελλοντική συμφορά των παιδιών τους με τα λόγια: «Μακάριαι αι στείραι, και κοιλίαι αι ουκ εγέννησαν, και μαστοί, οι ούκ εθήλασαν» (ευτυχισμένες οι άγονες γυναίκες και οι κοιλίες που δεν γέννησαν και οι μαστοί που δεν θήλασαν). Για τον Άγιο Βερνάρδο που έτρεφε ιδιαίτερη λατρεία στην Παρθενο Μαρία, αναφέρεται πως μια μέρα, ενώ προσευχόταν, εμφανίστηκε μπροστά του η Μαρία που θήλαζε το βρέφος της. Σταμάτησε το θηλασμό, πίεσε το μαστό της και κατεύθυνε σταγόνες γάλακτος στα χείλη του, που έτσι ευλογήθηκαν και γι’ αυτό ο Άγιος υπήρξε τόσο ευφράδης. Ο Μωάμεθ στο Κοράνιο αναφέρει: «ο μαστός τρέφει το παιδί και δίνει χαρές στον πατέρα». Ο Ρενουάρ είχε πει: «αν δεν υπήρχαν βυζιά, νομίζω πως δεν θα είχα ζωγραφίσει ποτέ». Ο Πλινίος ο Πρεσβύτερος αναφέρει το μύθο του Κίμωνα (ενός γέρου που καταδικάστηκε να πεθάνει στην φυλακή από ασιτία) και της κόρης του Πήρας. Κάποιος φύλακας άφηνε από λύπηση την Πήρα να επισκέπτεται τον πατέρα της, ελέγχοντας φυσικά μην μεταφέρει τρόφιμα. Και ενώ όλοι περίμεναν ο γερο-Κίμωνας να πεθάνει από μέρα σε μέρα, αυτός ζούσε ακόμη. Στο τέλος διαπίστωσαν πως τον θήλαζε η κόρη του. Τον Κίμωνα και την Πήρα αποθανάτισε ο Ρούμπενς σε πίνακά του. Ο ζωγράφος Ζαν Γκοσάρ (16ος αιώνας) παρουσιάζει σε πίνακα του την Δανάη με γυμνούς τους μαστούς της, καθώς περιμένει τον Δία να την αποκτήσει με τη μορφή χρυσής βροχής. Από το «Άσμα Ασμάτων» του Σολομώντα ένα από τα ωραιότερα δημιουργήματα του ανθρώπινου πνεύματος, ανθολογούμε τα παρακάτω αποσπάσματα: «ότι αγαθοί μαστοί σου υπέρ οίνον και οσμήν μύρων σου υπέρ πάντα τα αρώματα (γιατί οι μαστοί σου είναι πιο ευχάριστοι από το κρασί και η μυρωδιά των μυρών σου καλύτερη από όλα τα αρώματα). Ακόμα: «αγαπήσομεν μαστούς σου υπέρ οίνον» (θα αγαπούμε τους μαστούς σου περισσότερο από το κρασί).
Τέλος: «ανάμεσον των μαστών σου αυλισθήσεται» (ανάμεσα στους μαστούς σου θα κατασκηνώσει). Στον κύκλο ποιημάτων του Διγενή Ακρίτα υπάρχει η ωραία παρομοίωση: «βρήκε βυζί και βυζαίνει». Ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός στην στροφή 85 του «Ύμνου στην Ελευθερία» χαιρετίζει με ενθουσιασμό τις κρινοδάχτυλες παρθένες: «πως ο κορφός κάθε μιάς / γλυκοβύζαστο ετοιμάζει / γάλα ανδρείας και ελευθερίας». Ο άλλος εθνικός μας ποιητής, ο Κωστής Παλαμάς, για τα πλούσια στήθη μιας γυναίκας κάνει παρομοίωση με πέρδικα: «περδικόστηθη Τσιγγάνα, ως μαγεύτρα, που μιλείς / τα μεσάνυχτα προς τ’ άστρα γλώσσα προσταγής». Σε μια ωδή του Κάλβου διαβάζουμε: «τα στήθη που σ’ εβύζαξαν εμπρός σου βλέπεις», και σ’ ένα ποίημα του Βάρναλη: «είχα γυναίκα κι είχα ζα / κι είχα μια Βάσω με βυζιά / μα προκοπή δεν είχα». Τέλος ένα δικό μας κλέφτικο τραγούδι, «της Διαμάντως το βυζί», αναφέρεται σε κόρη, την Διαμάντω, που πολεμούσε με τους κλέφτες. Όλοι πίστευαν πως είναι κλεφτόπουλο. Μια ημέρα που έριχναν το λιθάρι θέλησε και η Διαμάντω να δοκιμάσει και από την πολύ δύναμη «εκόπη τ’ αργυρό κουμπί και ‘φάνη το βυζί της. Άλλοι το λένε μάλαμα κι’ άλλοι το λεν ασήμι και το μικρό κλεφτόπουλο το λέει μαργαριτάρι».
Σύγχρονη Μαστολογία. Λυδία Ιωαννίδου-Μουζάκα. Αθήνα 1996. Σελ. 55-61